Μην ζηλεύεις τα ζευγάρια που γεράσανε μαζί
και κρατιούνται σαν βαδίζουν τρυφερά χέρι με χέρι.
Όταν ο έρωτας περάσει και το πάθος πια δεν ζει
μοιάζει απόγευμα η αγάπη, που μετά το μεσημέρι
έχει αρχίσει να ψηλώνει σαν των δέντρων τις σκιές
που στο σούρουπο αναλιώνουν πριν να πέσει το σκοτάδι,
και διαδέχεται η γαλήνη την φουρτούνα στις καρδιές –
η γαλήνη της συνήθειας, που στοργής λέγεται χάδι.
Μην ζηλεύεις τα ζευγάρια που γεράσανε μαζί
από φόβο, από μιζέρια κι από μιαν αδυναμία
να χαθούν μες στα πελάγη του αγνώστου, που επιζεί
το ταξίδι ενός ονείρου που μισεί την νηνεμία.
Μην ζηλεύεις τα ζευγάρια που γεράσανε μαζί
σε ξεδοντιασμένες σχέσεις, σε ρυτιδιασμένες μέρες,
που κατάντησε η ζωή τους κούφια, ανόητη και πεζή,
με όση λάμψη τής προσδίνουν κάτι «σκουριασμένες» βέρες.
Να ζηλεύεις τα ζευγάρια που χωρίσανε νωρίς,
άρρηκτο έχοντας δεσμό τους του ανεκπλήρωτου το νήμα.
Να ζηλεύεις τα ζευγάρια που αυτοκτόνησαν, χωρίς
να χωρίσουν, που δεν κάναν στη ζωή πίσω ένα βήμα –
και φιλιούνται οι σκελετοί τους μέχρι ακόμα και στο μνήμα!