Τόλμησες στα μάτια να κοιτάξεις τον ποιητή
κι εκείνος αμέσως θέλησε, στην ποίηση του να σε υμνήσει
Γυναίκα, σε σκέφτηκε μα δεν ήσουν σωστή
κι εκείνος αμέσως θέλησε, στην ποίηση του να σε υμνήσει
Γυναίκα, σε σκέφτηκε μα δεν ήσουν σωστή
του έδωσες την αφορμή, τόσο σύντομα να σε λησμονήσει.
Ήσουν ακόμη ένας βιαστικός άνεμος
που κατάφερε να στεγνώσει για λίγο, τα δάκρυα των ματιών
του
Έλπιζε να ξεχνούσε, αλλά η έρημος
του σπιτιού, γέμιζε με τη σκόνη των άδειων δωματίων του.
Αλλά η ελπίδα πεθαίνει τελευταία
Εκείνος στέκεται στα βράδια του, μπροστά σε κάποιο
παράθυρο
Προσμένοντας απ τα χείλη σου, την μοιραία
στιγμή, να ξεστομίσεις σ αγαπώ πριν να βρεθεί στο άπειρο.
Για σένα θα ξεχνούσε την άξια του γνώση
επιθυμούσε να δημιουργήσει τέχνη, με τα όνειρα σου
Νιώθει πως η ζωή σκληρά θα τον προδώσει
και τον εαυτό του κενό, όπως τα κούφια όμορφα φτερά σου.
Η ζωή είναι τόσο πολύτιμη, για να σκέφτεται κάποιoς εσένα
Η ζωή είναι τόσο μοναδική, που δεν ξοδεύεσαι για μια
πλάνη
Και όσο οι αδύναμοι άνθρωποι, θα βασίζονται σε χέρια ξένα
Δεν υπάρχει καμία ελπίδα, ο παλιός σου εαυτός να πεθάνει