Καλώς Ήλθατε!

Το παρόν ιστολόγιο έχει ως σκοπό την προβολή της ποίησης, έχοντας για οδηγό την προσωπική μου αγάπη. Επίσης δημιουργήθηκε με την επιθυμία της ανταλλαγής απόψεων και την επικοινωνία ανθρώπων με κοινά πάθη και ανησυχίες. Η όλη ιδέα της δημιουργίας αυτού είναι να δοθεί βάρος ιδιαίτερα στον ελεύθερο στοχασμό.

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Κ.Γ.Καρυωτάκης - Μόνο

Αχ, όλα έπρεπε να ’ρθουν καθώς ήρθαν!
Οι ελπίδες και τα ρόδα να μαδήσουν.
Βαρκούλες να μου φύγουνε τα χρόνια,
να φύγουνε, να σβήσουν.

Έτσι, όπως εχωρίζαμε τα βράδια,
για πάντα να χαθούνε τόσοι φίλοι.
Τον τόπο που μεγάλωνα παιδάκι
ν’ αφήσω κάποιο δείλι.

Τα ωραία κι απλά κορίτσια—ω αγαπούλες!—
η ζωή να μου τα πάρει, χορού γύρος.
Ακόμη ο πόνος, άλλοτε που ευώδα,
να με βαραίνει στείρος.

Όλα έπρεπε να γίνουν. Μόνο η νύχτα
δεν έπρεπε γλυκιά έτσι τώρα να ’ναι,
να παίζουνε τ’ αστέρια εκεί σαν μάτια
και σαν να μου γελάνε.



Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2017

28/12/17:

Μου λέγανε: τι τους θές τους έρωτες;
Κοίταξε εσύ καλά να περνάς
να νιώθεις το γυναικείο κορμί
και τα φιλιά σου να σπαταλάς
για να έχεις μια πραγματικά γεμάτη ζωή!
Αλλά εγώ δεν τους άκουγα!
Μου λέγανε: Αυτό που ζητάς
μπορείς πάντα να το έχεις
Αν διεκδικείς μόνο τότε θα είσαι κερδισμένος
Αλλά εγώ δεν τους άκουγα!
Μου λέγανε: Άφησε τα βιβλία
κοίταξε να παντρευτείς
κέρδισε κι εσύ το δικαίωμα
στην τεμπελιά των συμβιβασμένων
στων δίχως νόημα και ουσία
περιττών ασθενειών του μυαλού
Αλλά εγώ δεν τους άκουγα!
Μου λέγανε: κλείσου στο σπίτι
να έχεις σύζυγο και παιδί
αυτή είναι η μόνη ουσία στη ζωή!
Ήξερα πολύ καλά όμως
πως για όλους αυτούς
ο έρωτας δεν υπήρχε στη ζωή τους
επειδή είχαν χάσει την πίστη τους!
Κι αν όλοι τους έμοιαζαν κοινότοποι
η αλήθεια που δεν παραδέχονται σχεδόν ποτέ
είναι πως ήντουσαν απογοητευμένοι
από τις παλιές τους νεανικές αγάπες!
Κουρασμένοι πια από τη θλίψη του πόνου
ζητούσαν την ασφάλεια και την ηρεμία
που μονάχα ένα ζεστό σπίτι
θα μπορούσε να τους προσφέρει
Ζητούσαν πλέον μονάχα την καθημερινότητα
των υποχρεώσεων για να τους γεμίζει το χρόνο
και την φθηνή ανούσια διασκέδαση
πίσω από μια τηλεόραση ή έναν υπολογιστή
Μου λέγανε να μην κοιτάζω τη θάλασσα τις νύχτες
για να καταφέρνω να πατάω γερά τις ημέρες!
Αλλά εγώ δεν τους άκουγα!
Οι σκέψεις μου ταξίδευαν σαν πλοία
προς τις άγνωστες χώρες των ονείρων μου!
Δεν μου ταιριάζει η σταθερότητα της στεριάς
επειδή η ακινησία σκοτώνει τη Ζωή!


Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2017

Διονύσης Καψάλης - Μέρες αργίας (1995)

I. 
Μέρες αργές, και πιο αργές του Οκτωβρίου 
αυτές οι μέρες που περνούν· επιβιώνω 
μετά τον έρωτα, την ποίηση, τον πόνο, 
με λίγες μόνο αμυχές προτέρου βίου. 

Κυλούν οι ώρες σ' ένα πέλαγος Κυρίου, 
χάρτινοι κόσμοι κυματίζουν, επανδρώνω 
παλιά απόρρητα γραμμένα σ' άλλο χρόνο, 
κάτι κρυφούς εορτασμούς εργαστηρίου, 

κι αύτανδρος μέσα μου βυθίζομαι. Πατέρα 
άλλον δεν είδα να με θέλει πο κοντά του 
απ' τον απρόσιτο προσήγορο αιθέρα· 

κι όλα που κράτησα πατρώα και μητρώα, 
όσα μιλούσαν κι όσα σώπασαν αθρόα, 
καίνε στον ύπνο μια παράσταση θανάτου. 

ΙΙ. 
Τα σεραφείμ, τα χερουβείμ, οι μαύρες σκέψεις, 
μέσα στο λίγο που κοιμάμαι συγυρίζουν· 
βάζουν παράθυρα της νύχτας, ευμενίζουν 
κλεισμένες πόρτες - περιμένουν επισκέψεις. 

Κι ας διαφωνώ με τόση πένθιμη σοφία, 
φιλοτεχνώ πειθήνια σε κάποιο βάζο 
λουλούδια της γεντιανής κι επισκευάζω 
ημερολόγια, αισθήματα, λοφία. 

Λέω, θ' ανοίξει σαν αυλαία τ' όνειρό μου, 
και θα παιχτεί ξανά ο πρώτος εαυτός μου, 
θ' αποδοθεί επακριβώς και θα τελειώσει· 

κι αυτό το άθλιο παράπηγμα του τρόμου, 
αυτό το θέατρο του ειπωμένου κόσμου, 
με μια πνοή βρεγμένου δρόμου θα παλιώσει. 

ΙΙΙ. 
Κάποτε θα 'φτασα ψηλα στην ομορφιά· 
ακόμη βλέπω το κενό να κατεβάζει 
πυρακτωμένο φως, κι ο ύπνος αποστάζει 
πυρήνες κόσμου γαληνεύοντας βαθιά. 

Μα τόσος κόπος, τόσος θάνατος, παρείλκε: 
έτσι κι αλλιώς ο τόπος θα 'πιανε τραγούδι, 
μόλις αμίλητος στα χείλη σαν το χνούδι, 
κι αρκούσε λίγος Σολωμός ή λίγος Ρίλκε. 

Ό,τι ευτύχησα να πάθω περιττεύει, 
ό,τι καρπώθηκα νωρίς με καταργεί· 
ένα απόγευμα ζωής να με μαγεύει, 

μια καλοσύνη της ακάλεστης κι αργή, 
και το τραγούδι ανεπίδοτο θ' ανέβει 
μέσα σε νάρκη φθινοπώρου και σιγή. 

ΙV. 
Ο ουρανός δεν έχει άλλες ιστορίες, 
άλλο σκοτάδι, φως κρυφό που δεν ειπώθη, 
άλλη ψυχή να του χαλάμε για να κλώθει 
πολέμους, έρωτες, λαμπρές εκεχειρίες. 

Όμως απόψε που είχε θέατρο να φύγει, 
πορφύρας άπλωμα για την υπόκλισή του, 
με πυρπολεί το φως με δάφνες του απροσίτου, 
όλα ισχύουν και μια δόξα τα τυλίγει. 

Όλα πυργώνουν, πάλι πέφτουν, και βραδιάζει 
στα χρονικά του έρωτα και του θανάτου, 
σκόνη και σκύβαλα, συντρίμματα και χνώτα· 

ένα μικρό παιδί μες στα σκεπάσματά του 
ανοίγει πάλι λίγο κόσμο και διαβάζει 
πριν κοιμηθεί σ' ένα παράπονο από φώτα. 

V. 
- Αλλοτε θα 'παιρνες αργόπλοα τα χρόνια 
όπως ανέβαιναν του ύπνου το ποτάμι· 
θαμποί παράδεισοι θα 'φεγγαν απ' το τζάμι, 
όχθες με λίκνισμα του θέρους και τριζόνια. 

Τώρα στο βύθισμα του υπνοδότη νόμου 
ακούς τη φρίκη των βωμών, όλους τους κρότους 
του σαρκασμού, και στην αργή καρδιά του σκότους 
μετρά τις μέρες η κραυγή του υλοτόμου. 

- Αλλοτε, τώρα, χρόνια μπρος και χρόνια πίσω, 
ασκώ μια μάταιη χημεία· τις εικόνες 
τις εμφανίζει ο ουρανός - και ποιόν θα πείσω· 

όταν κοιμάμαι κι ονειρεύεσαι αιώνες, 
πρώτο μου πρόσωπο κομμένο στους αγκώνες, 
μαντεύω λίγο ουρανό για ν' αγαπήσω. 

VΙ. 
Φτάνοντας, στάθηκε πριν μπει· από τις γρίλιες 
το ξεχασμένο φως σκορπούσε θαλπωρή 
έξω στο δρόμο που ξημέρωνε· μπορεί 
σαν από πλήκτρα τ' ουρανού ν' άκουσε τρίλιες, 

και σαν το θρόισμα ομήγυρης που χίλιες 
και μία νύχτες γιόρτασε κι αποχωρεί· 
κι ίσως φαντάστηκε να σβήνουν οι χοροί, 
οι τελευταίες - σ' ένα βύθισμα - καντρίλιες. 

Κάποιο σκοτάδι του σπιτιού τους είχε πάρει, 
σε κάποιο γύρισμα καιρού είχαν χαθεί· 
γιατί ανοίγοντας την πόρτα, στο βαθύ 

που πήρε η ημέρα να χαράζει κεχριμπάρι, 
είδε μεμιάς όπως αστράφτει ένα σπαθί 
τη δόξα όλη να 'χει φύγει και τη χάρη. 

VΙΙ. 
Ένα συναίσθημα αργό, καθώς τελειώνει 
κάτι που άρχισε - δεν ξέρω πόσα χρόνια· 
κι είναι νωρίς ακόμη· νύχτες με τριζόνια 
θα 'ρθουν πολλές, και πάντα η μνήμη θ' αλλοιώνει. 

Είναι πολύ νωρίς, κι η μνήμη που αραδιάζει 
θαμπές μορφές απ' το βιβλίο των νεκρών, 
αποτραβιέται, σαν σε γύρισμα νερών, 
μ' ένα συναίσθημα αργό καθώς βραδιάζει. 

Να 'ναι το σχήμα της θλιμμένης εποχής, 
να 'ναι το σπίτι στη βροχή που σαν θαλάμη 
μαζεύει φόβο, κι ο βυθός μιας ενοχής; 

Κλείνω στο χέρι μου μια παιδική παλάμη, 
και απαλά μέσα στον ύπνο της ψυχής 
με νανουρίζει χαμηλόφωνο ποτάμι. 

VΙΙΙ. 
Κάποτε γίνεται ο φόβος του θανάτου 
ύπνος βαθύς και τον σκεπάζει ο Τειρεσίας· 
σαν νυχτοφύλακας σε ώρα υπηρεσίας 
που αποκοιμήθηκε στην άγρυπνη σκιά του. 

Γι' αυτό προσφεύγουμε στη λύπη των ονείρων 
μ' ένα υπόλοιπο ντροπής κι αθανασίας, 
κι ο μελανόπτερος επάνω μας σωσίας 
άλλοτε σκύβει λυρικός κι άλλωτε είρων. 

Κι όταν βραδιάζει σαν αθώωση του ασώτου, 
κι ο ουρανός μετεωρίζεται και παίρνει 
όλο το μέσα της ζωής για να νυχτώσει, 

είναι επόμενο να στρέφουμε με τόση 
πνοή στη μαντική του δύναμη, ωσότου 
ο σπαραγμός του την καινούρια μέρα σπέρνει. 

ΙΧ. 
Ξέρω πως θα 'ρθει και δεν θα' μαι όπως είμαι, 
να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου· 
μήτε σκυμμένος στις σελίδες κάποιου τόμου, 
εκεί που υψώνομαι να μάθω ότι κείμαι. 

Δεν θα προσεύχομαι σε σύμπαν που θαμπώνει, 
δεν θα ρωτήσω αναιδώς, που το κεντρί σου; 
γονιός δεν θα 'ναι να μου πει, σήκω και ντύσου 
καιρός να ζήσουμε, παιδί μου, ξημερώνει. 

Θα 'ρθει την ώρα που σπαράσσεται το φως μου, 
κι εκλιπαρώ φανατικά λίγη γαλήνη, 
θα 'ρθει σαν πύρινο παράγγελμα που λύνει 

όρους ζωής και την αδρή χαρά του κόσμου· 
δεν θα μαζεύει ουρανό για να με πλύνει, 
δεν θα κρατά βασιλικό ή φύλλα δυόσμου. 

Χ. 
Πολλά τα θραύσματα κι ανεύρετα· οι πόνοι 
δεν έχουν τίποτε να πουν για την πληγή· 
κάποιο σκοτάδι σου θα είχε διαρραγεί, 
για να θυμάσαι τέτοιο φως να σε σηκώνει. 

Και πριν τα λόγια της αγάπης γίνουν σκόνη, 
πως μεσιτεύουν οι σιωπές κι αυτομολείς 
στον ουρανό, που καθρεφτίζεται πολύς, 
και στον αιθέρα που παρήγορα νυχτώνει. 

Κοιτάς, κι αμίλητος ο έναστρος καθρέφτης, 
πέρα στη νύχτα, τόσο απέραντα παρών, 
σε υποδέχεται βαθαίνοντας, και πέφτεις, 

ο αφανής των κοσμημένων ημερών, 
με τη βαρύτητα της πρώτης απορίας, 
εδώ παράμερος, εκεί ψηλά παριάς. 

ΧΙ. 
Σου γράφω μέσ' από παράθυρα κλειστά, 
εγώ που γιόρτασα πολύ με τους απέξω· 
κι ένα που έστειλες απόψε για να παίξω 
αγάπης φάντασμα, τι κόσμο συνιστά; 

Σου γράφω ξέροντας, τα λόγια λιγοστά, 
κλεισμένα βλέφαρα, σβησμένα μάτια - έξω 
βραδιάζει δίχως αυτουργούς· σε τι να φταίξω, 
ένας σωρός θλιμμένη σάρκα και οστά; 

Μαντεύω πάνω μου το σχήμα τ' ουρανού, 
και στο δωμάτιο πλανάται κάποιος πόνος: 
είναι δικός μου, είναι μήπως αλλουνού; 

Πριν κοιμηθώ σε συλλαβίζω επιμόνως, 
Αγνή, Νάστια, Καρένινα, μαντάμ Αρνού. 
Ποτέ δεν έμαθα να ζω τελείως μόνος. 

ΧΙΙ. 
Επικρατούσε μια θλιμμένη ποικιλία, 
εκεί που έδυε το φως των ουρανών, 
κι όπως στα νύχια σου περνούσες το μανόν, 
ακολουθούσα μια κρυφή συνομιλία. 

Θα μας αρκούσε μια γιορτή στη Σικελία, 
ή μια παρέλαση εφίππων Ουκρανών· 
μ' όλο το άφωνο βάρος των αδρανών 
μελών μας πέφταμε νωρίς στην υπνηλία. 

Αχαρος πίνακας ασήμαντου ζωγράφου· 
να μας τιμούσε ο Μπονάρ ή ο Βερμέρ, 
να μη μας έπνιγε η πρόνοια του τάφου. 

Να 'ταν κι η θάλασσα η πικροκυματούσα, 
να λικνιζόμαστε στους τόνους του La Mer, 
κι από τα νύχια ως την κορφή να σε φιλούσα. 

ΧΙΙΙ. 
Οι αφανείς ημέρες, πρόθυμα ωραίες, 
πόσο πιο δύσκολες στη μνήμη από τις άλλες, 
που τις ακούει το μυαλό να σκάβουν σκάλες, 
κι επαγρυπνούν μέσα στον ύπνο σαν κεραίες. 

Κι όμως αυτές αφήνουν φως, στις πιο ακραίες 
σιωπές του σώματος αργές όπως οι στάλες· 
μέρες που πέρασαν αθόρυβα μεγάλες, 
τόσο κοινές που δεν θα γίνουν αγοραίες. 

Κι όταν ο νους κρυφά τις παίρνει και τις πλάθει, 
όπως την ψίχα με τις άκρες των δαχτύλων, 
σκέφτεται κάποτε πως ίσως με τα πάθη 

που περισσεύουν, όταν θα 'χουν φύγει όλοι, 
πάνω στην τράπεζα των ξένων και των φίλων, 
βρεθούν μιας τέχνης του εφήμερης οι βόλοι. 

ΧΙV. 
Κι ο ουρανός προς τι τον άρρωστο καιρό, 
στην τόση ένδεια του τώρα και του πέραν; 
Πήγαν στον άνεμο προσκυνητές και φέραν 
εικόνες κόσμου, κι ούτε μια σταλιά νερό. 

Κι αυτός ο κόπος της ζωής που καρτερώ, 
κι η τόση πρόγνωση εκείνων που δεν ξέραν; 
Όσα ποιούμε κατ' εικόνα ημετέραν 
και θα μιλούσαν, μια φορά κι έναν καιρό; 

Ο μέγας θόλος ένα βύθισμα θανάτου, 
ήλιοι, πλανήτες, νεφελώματα που σβήσαν, 
και γαλαξίες μακρινοί τα όνειρά του. 

Δεν λέω πέθανε, λέω αποκοιμήθη, 
μέσα στο έναστρο στερνό του παραμύθι, 
κι όλα τα πράγματα θα μείνουν όπως ήσαν. 

ΧV. 
Αυτό το δέντρο κι ο κρυφός κορυδαλλός του 
κάτι πρεσβεύουν, προ καιρού συμφωνημένο· 
μα εδώ που κάθομαι αιώνες, δεν προσμένω 
κανένα μύνημα φυγής ή κάποιου νόστου. 

Ξέρω, δεν είναι λειτουργοί μεγάλου αγνώστου, 
να προφητεύουν το κυρίως δεδομένο· 
θάλλουν ανάμεσα στο ίδιο και στο ξένο, 
εκεί που ο κόσμος επαφίεται στο φως του. 

Μα εδώ στο δέντρο που μου δίνει τη σκιά του, 
ο χρόνος όλος σαν παράδεισος απλώνει, 
σε μια παράξενη αναίρεση θανάτου· 

πέλαγος, ψίθυροι, πλαγιές, αγέρας, κλώνοι, 
επαληθεύουν, κι επιτέλους ανταμώνει 
ο προ αιώνων μελωδός τη δέσποινά του.

Το απόσπασμα ΙΧ. έχει μελοποιηθεί από τα Διάφανα Κρίνα



Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

22/12/17:

Θέλω να σου μιλήσω φίλε μου
για τη μοναξιά του ερωτευμένου!
Εκείνου που περιμένει ένα τηλέφωνο
μα ποτέ δεν τον καλούν!
Εκείνου που περιμένει ένα μήνυμα
που ποτέ δεν του στέλνεται!
Εκείνου που κοιμάται μόνος του
και αγκαλιάζει το σώμα του
για να φανταστεί πως αγκαλιάζει ένα άλλο!
Εκείνου που σφίγγει το μαξιλάρι
με όλη του τη δύναμη στις γροθιές του
Εκείνου που κοιμάται σε εμβρυακή στάση
επειδή νιώθει απροστάτευτος
Εκείνου που εξαπατήθηκε
από λόγια μεγάλα, τόσο πιστευτά!
Εκείνου που πρόσμενε να αντικρίσει μια ανατολή
Την ανατολή του προσωπικού του Ήλιου!
Εκείνου που ξενυχτά γράφοντας ακόμη
για εκείνη που αγάπησε με όλη του τη δύναμη
Εκείνου που ξυπνά νωρίς, επειδή η νύχτα του
ήταν τόσο άδεια, όσο ποτέ του δεν είχε νιώσει!
Εκείνου που τα όνειρα και οι προσδοκίες του
καταποντίστηκαν από την πρακτικότητα της ζωής!
Εκείνου που σπαταλά τη ζωή του
εισπνέοντας το διοξείδιο του άνθρακα
των υπολοίπων, αλλά επιθυμεί το οξυγόνο
Εκείνου που συνεχίζει να αντιστέκεται
στις εύκολες σαρκικές απολαύσεις
και στις εφήμερες σχέσεις από ανάγκη και μόνο
Εκείνου που δεν διστάζει να κάνει φανερές
τις αδυναμίες του, και τα λάθη του
Εκείνου που εξιδανικεύει την ομορφιά
και τις εκφράσεις των γυναικείων προσώπων
Εκείνου που το πάθος του είναι η μεγαλύτερη Αρετή του
και οι πράξεις του η μεγαλύτερη καταδίκη του!
Εκείνου που θέλει να πιστεύει ακόμη
στην ύπαρξη του Έρωτα!
Τελικά δεν υπάρχει Έρωτας
για τον ίδιο λόγο που δεν υπάρχει και Θάνατος!


Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

18/12/17:

Οι ποιητές είναι φτιαγμένοι από τα υλικά των άστρων! Γι' αυτό με φλόγα πάντα μοιάζει η ζωή τους!

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

18/12/17:

Είδα στις κόρες των ματιών σου
να καθρεφτίζεται ως έρωτας η μορφή μου!
Αυτό που πίστεψα σε εσένα
ήταν τα χαμογελαστά σου μάτια
όποτε με κοιτούσες!
Δεν ξέρω αν ποτέ άλλοτε
θα κοιτάξω χωρίς φόβο
τα μάτια κάποιας άλλης
για να διαπιστώσω
αν η αγάπη της για εμένα
είναι όντως πραγματική!
Ξέρω πως αυτά τα μάτια
ήταν για εμένα ο έρωτας
και οι ελπίδες μου!
Η ειλικρινή χαρά μου
αλλά και η τωρινή καταστροφή μου!
Ίσως τα λυπημένα μάτια
να είναι αυτά που θα μου ταιριάξουν
επειδή θα κρύβουν μέσα τους
μια πραγματικά ευτυχισμένη ψυχή!


Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2017

16/12/17:

Το χρώμα του δειλινού
είναι σημάδι πως τελειώνει
απλώς μια ημέρα για κάποιους
ή μια ζωή για άλλους!
Ακόμη και ο θάνατος
μπορεί να έχει τόσο ελκυστικά
και μαγευτικά χρώματα!
Το μόνο είδος θανάτου που σημαίνει Ζωή!
Να πεθαίνεις μέσα στον άλλο!
Ο πιο γλυκός ύπνος
είναι όταν έχεις για μαξιλάρι
ένα όμορφο γυναικείο σώμα!
Ο μόνος ύπνος που δεν θέλεις να ξυπνήσεις!
Ο μόνος ύπνος που ακόμη και το όνειρο
σημαίνει Ζωή!
Αν ο θάνατος όπως συνηθίζουν να λένε
είναι μια κάποια μορφή της συνέχειας της ζωής
αυτή είναι η μόνη απόδειξη που υπάρχει!

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

10/12/17:

Η μοναξιά κάνει αισθητή την παρουσία της
όταν τα σκεπάσματα τις κρύες νύχτες
πέφτουν κάτω από το μονό κρεβάτι
σαν να τα τράβηξε εκείνη
που προτιμούσες κάποτε να σκεπάζεις τρυφερά.
Όταν ψάχνεις δίπλα σου ένα κορμί
για να ακουμπήσεις το κεφάλι σου
Και κάποια χείλη για να μοιραστείς το πάθος σου
Όταν κλείνεις τα μάτια και φαντάζεσαι
για να παρηγορήσεις την επιθυμία του ονείρου
με εικόνες από το παρελθόν, λόγια και πράξεις
Η μοναξιά είναι η Μόρα που σε ξυπνά άξαφνα
Και σε κρατά ακινητοποιημένο
για να βλέπεις γύρω σου τα πάντα σαν θεατής
ανήμπορος να συμμετέχεις
ανίκανος να αντιδράσεις
Είναι μια δύναμη παραλυτική
που αν αφεθείς σε θανατώνει
Ψήγματα ζωής, σκιές αναμνήσεων
σε κρατούν πάντα πίσω!
Η ζωή όμως προχωρά!
Μάθε επιτέλους πως η στασιμότητα
δεν έχει τη μυρωδιά των λουλουδιών
Έχει τη μυρωδιά των στάσιμων νερών!
Γίνε ποταμός, και η θάλασσα ο τελικός
προορισμός σου!

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017

Κ.Γ.Καρυωτάκης - Η ψυχή μου

Είσαι, ψυχή μου, η κόρη που τη σβήνει
ολοένα κάποιος έρωτας πικρός,
που λησμονήθηκε κοιτώντας προς
τα περασμένα, κι έτσι θ' απομείνει.

Κατάμονη σε μι' άκρη, όπως εκείνη,
σε παρατούν ο κόσμος, ο καιρός.
Ενας ακόμη θα 'σουνα νεκρός,
αν οι νεκροί δεν είχαν τη γαλήνη.

Σαν αδερφούλα η κόρη αυτή σου μοιάζει
που γέρνει, συλλογίζεται και αργεί
χαμένην ευτυχία να νοσταλγεί.

Δικό σου λέω, ψυχή μου, είναι μαράζι
όσα, το βράδυ, δάκρυα, την αυγή,
στα ρόδα κατεβαίνει και μοιράζει.


Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017

7/12/17:

Στροβιλιζόμαστε σαν φύλλα
παγιδευμένοι μέσα σε μικρούς
αδύναμους ανεμοστρόβιλους
Οι αντίθετοι άνεμοι που συγκρούονται
Ο ένας του προσωπικού μας ονείρου
και ο άλλος της πραγματικότητας
Και οι δυο το ίδιο ισχυροί
Μα πάντα νικά εκείνος
που οι πολλοί υποστηρίζουν
Μια μάχη ειναι η ζωή με άνισους κανόνες
Δεν λογαριάζει τους αμάχους και τους αδύναμους
που χωρίς τη δική τους θέληση
εξακολουθούν να στροβιλίζονται
αφήνοντας σε κάτι που ονομάζουν μοίρα
την βαριά ευθύνη των ζωών τους
Στροβιλίσου φίλε μου!
Νιώσε τους ανέμους αυτούς
Αφέσου σαν ανήμπορο μικρό σπουργίτι
και άξαφνα εκεί που μοιάζεις μόνος και νωχελικός
άνοιξε τα φτερά σου ορμητικά σαν αετός
και οδηγήσου από τον άνεμο
του προσωπικού σου ονείρου
ώστε να ξεφύγεις από τη μανία της μοίρας!

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2017

1/12/17:

Θέλω να πάω στη χώρα που πεθαίνει ο λυγμός
και τα δάκρυα είναι έκφραση χαράς, όχι πόνου
Να μην με απασχολεί το αν υπάρχει γυρισμός
και να μην με βαραίνει πια η ύπαρξη του χρόνου

Θέλω να αποσαφηνίσω του μυαλού μου τις φωνές
να ξέρω ποιες είναι αυτές που πρέπει να ακούω
Για να πάψουν να δημιουργούν τόσο βαθιές πληγές
με εφόδιο το όνειρο, τα πάντα αντικρούω


Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2017

24/11/17:

Ακόμη και στο μυαλό μου
ήταν γραμμένο το όνομα σου!
Χαραγμένο βαθιά, για να μην σβήσει ποτέ
από το πέρασμα του χρόνου!
Κόντεψα να ξεχάσω πως υπάρχω!
Έχασα την προσωπική μου ταυτότητα
οικειοθελώς
Γιατί έμαθα πως Αγάπη είναι
αυτό που δεν διστάζει να αποκαλύψει
τις αδυναμίες σου!
Κάτι που σου δίνει την κατάλληλη δύναμη
ώστε να μην διστάζεις να εκτεθείς γυμνός
από οποιοδήποτε ρούχο
όπως αυτό του Εγωισμού!
Άλλωστε ποιό το νόημα
να μην εμπιστεύεσαι τυφλά τη ζωή σου
στα χέρια που σου σκουπίζουν τα δάκρυα
στα χέρια που ξέρουν να αγκαλιάζουν
και να χαϊδεύουν ακόμη και τις πιο
σκοτεινές σου σκέψεις;
Ποιό το νόημα να φοβάσαι και να μην αφήνεσαι
περιορίζοντας το πάθος
και παραβιάζοντας ακόμα
και την ιδιωτικότητα της μνήμης;
Άνθρωπος άξιος για σ' ένα
είναι εκείνος που ξέρει να σέβεται
περισσότερο τις αδυναμίες σου!
Και να εκτιμά χωρίς να σε ανταμείβει
με δώρα την κάθε σου θυσία!
Η φυσική ιδιότητα της Αγάπης
είναι να καλεί τους πάντες
στη γιορτή της!
Ακόμη και εκείνους
που το προσωπικό τους συμφέρον
προσπαθεί να μειώσει την αξία της μάχης
της τελευταίας της Ελπίδας!

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2017

21/11/17:

Είμαι σαν ένα ξερό κλαδί
πεσμένο πάνω στο τσιμέντο
Έρμαιο κάθε δυνατού ανέμου
Χωρίς φύλλα
Χωρίς ζωή
Παρασέρνομαι εύκολα
από τα βρόχινα νερά
Και από τις ρόδες των αυτοκινήτων
Διαμελίζομαι από πόδια
Και με σπάνε χέρια
Κι όμως!
Συνεχίζω να υπάρχω
έστω και αν φαίνεται πως δεν ζω!
Ήμουν μέρος κάποτε
ενός ανθισμένου δέντρου!
Και η ανάμνηση αυτή
είναι πιο δυνατή από κάθε θάνατο!

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

Η σημασία της ποίησης στη Ζωή μου!

Η ποίηση είναι τα πάντα για μένα! Αντικατέστησε πλήρως την έμφυτη θρησκευτική ανάγκη του ανθρώπου! Είναι η απόδειξη της ευγένειας και της ομορφιάς του ανθρώπινου γένους! Και ίσως ένα μέσο για την ενδοκοσμική δόξα! Είναι η βαθιά φιλοσοφία, με κέντρο της την Αγάπη για τη Ζωή! Είναι η έκφραση της παντοτινής νεότητας, με κύρια χαρακτηριστικά την αντίδραση στην κάθε ασχήμια, την αφοσίωση στην δημιουργία, και την εξιδανίκευση του Έρωτα και της Φιλίας!

Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2017

15/11/17:

Κάθε ημέρα είναι ένας μικρός θάνατος
Μας σκοτώνει αργά και βασανιστικά
Οι στιγμές μας είναι σταγόνες από μνήμες
που πέφτουν πάνω στα μάτια
Και εμείς ανήμποροι να αντιδράσουμε
απλά υποφέρουμε την επανάληψη
αυτού του μαρτυρίου!
Κάποιος ανόητος θα πει να μην υποφέρουμε
από αυτές τις μικρές σταγόνες
Από σταγόνες όμως σαν αυτές
δημιουργούνται οι λίμνες και τα ποτάμια!
Μελαγχολούμε στη σκέψη πως θα μπορούσαν
να μην χάνονται τόσο στιγμιαία
Να μην δημιουργούν σκηνές σαν από ταινία
πάνω στα κλειστά από φόβο μάτια
Να μην σπάνε σε μικρές, σχεδόν ανεπαίσθητες εικόνες
σαν αιχμηρά κομμάτια ενός καθρέπτη 
Περαστικοί είμαστε σε αυτή τη ζωή
Πεθαίνουμε σαν να μην υπήρξαμε ποτέ!
Το ποιος θα μας θυμάται, ο μεγαλύτερος μας φόβος!
Από τις μνήμες όμως δημιουργείται ο κάθε άνθρωπος
Είτε τις επιλέγει είτε όχι!