Καλώς Ήλθατε!

Το παρόν ιστολόγιο έχει ως σκοπό την προβολή της ποίησης, έχοντας για οδηγό την προσωπική μου αγάπη. Επίσης δημιουργήθηκε με την επιθυμία της ανταλλαγής απόψεων και την επικοινωνία ανθρώπων με κοινά πάθη και ανησυχίες. Η όλη ιδέα της δημιουργίας αυτού είναι να δοθεί βάρος ιδιαίτερα στον ελεύθερο στοχασμό.

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Δ. Ε. Σολδάτος ΖΕΥΓΑΡΙΑ

Μην ζηλεύεις τα ζευγάρια που γεράσανε μαζί
και κρατιούνται σαν βαδίζουν τρυφερά χέρι με χέρι.
Όταν ο έρωτας περάσει και το πάθος πια δεν ζει
μοιάζει απόγευμα η αγάπη, που μετά το μεσημέρι

έχει αρχίσει να ψηλώνει σαν των δέντρων τις σκιές
που στο σούρουπο αναλιώνουν πριν να πέσει το σκοτάδι,
και διαδέχεται η γαλήνη την φουρτούνα στις καρδιές –
η γαλήνη της συνήθειας, που στοργής λέγεται χάδι.

Μην ζηλεύεις τα ζευγάρια που γεράσανε μαζί
από φόβο, από μιζέρια κι από μιαν αδυναμία
να χαθούν μες στα πελάγη του αγνώστου, που επιζεί
το ταξίδι ενός ονείρου που μισεί την νηνεμία.

Μην ζηλεύεις τα ζευγάρια που γεράσανε μαζί
σε ξεδοντιασμένες σχέσεις, σε ρυτιδιασμένες μέρες,
που κατάντησε η ζωή τους κούφια, ανόητη και πεζή,
με όση λάμψη τής προσδίνουν κάτι «σκουριασμένες» βέρες.

Να ζηλεύεις τα ζευγάρια που χωρίσανε νωρίς,
άρρηκτο έχοντας δεσμό τους του ανεκπλήρωτου το νήμα.
Να ζηλεύεις τα ζευγάρια που αυτοκτόνησαν, χωρίς
να χωρίσουν, που δεν κάναν στη ζωή πίσω ένα βήμα –

και φιλιούνται οι σκελετοί τους μέχρι ακόμα και στο μνήμα!

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

25/9/15

Βάλε τη φριχτή μάσκα που διαπρέπει
βγάλε την καρδιά σου από την τσέπη
Και συνέθλιψε με μίσος γνωστικό
δεν είναι ζωή, το φθηνό πλαστικό

Αυτή μόνο σου ταιριάζει!
Αυτή μόνο δεν σε διχάζει!

Είσαι πλέον ένας παραχαράκτης μόνο
μια προσωπικότητα δεν κάνει φόνο!
Ένας χαρακτήρας απόλυτα καθαρός
ένας ουρανός δίχως Ήλιο νεκρός!

Αρκετά κουράστηκες να παριστάνεις
πως έχεις καρδιά για να ζεστάνεις
Κοίταξε μπροστά σου στον καθρέφτη
δεν φοβάσαι πλέον πια τον θηρευτή

Γίνε ένα με το σώμα σου που φθίνει
μια εικόνα που πιστός θε να τη φτύνει
Βλάσφημος, νεκρός, δουλοπάροικος
μιας χώρας ανύπαρκτης φύλαρχος

Δεν βαρέθηκες ποτέ σου να ζητάς
τα αντικείμενα σύντομα να αποκτάς
Μόδα, τεχνολογία, και όλα τα λοιπά
του καπιταλισμού όλα τα ιδανικά

Σκλάβος είσαι, πάντα θα παραμείνεις
προσκυνητής που ποτέ δεν κρίνεις
Μιας ιδέας νέας, δήθεν ανθρωπιστικής
μια μάσκα είναι δόξας πανηγυρικής

Αυτή μόνο σου ταιριάζει!
Αυτή μόνο δεν σε διχάζει!

Arthur Rimbaud, ''Φθινοπωριασε''

Φθινοπώριασε…
Προς τι όμως ο πόθος για παντοτινό ήλιο;
Εμείς είμαστε στρατευμένοι στην ανακάλυψη του θείου
φωτός…
Μακριά από τους ανθρώπους που φθίνουν με τις εποχές…
Φθινόπωρο…
Η βάρκα μας μετέωρη μες στην ασάλευτη ομίχλη
Επιστρέφει στο λιμάνι της δυστυχίας…
Στην απέραντη πολιτεία με τον ουρανό λεκιασμένο
από φωτιά και λάσπη…
Κουρέλια που σαπίζουν…
Μουσκεμένο στη βροχή ψωμί…
Μέθη… Μέθη… Μέθη…
Και χιλιάδες έρωτες που με σταύρωσαν…
Δε θα σταματήσει πια αυτή η λάμια
να εξουσιάζει εκατομμύρια ψυχές και σώματα νεκρών
που θα αντιμετωπίσουνε τη θεία κρίση…
Ο εαυτός μου…
Κοιτάζω πάλι τον εαυτό μου…
Κοιτάζομαι ξανά…
Το δέρμα μου φαγωμένο από το πύο και την πανούκλα…
Στα μαλλιά μου σκουλήκια
και στην καρδιά μου παντού σκουλήκια …
Ξαπλωμένος ανάμεσα σε άγνωστους χωρίς ηλικία, χωρίς
αισθήματα…
Θα μπορούσα να πεθάνω εδώ…
Τι φριχτή ανάμνηση…
Σιχαίνομαι την κακομοιριά και ο χειμώνας με τις ανέσεις
του με φοβίζει…
Καμιά φορά βλέπω στον ουρανό απέραντες ακτές…
Πλημμυρίζουν από χαρούμενα έθνη ντυμένα στα λευκά…
Από πάνω μου ένα μεγάλο χρυσό καράβι με τις
πολύχρωμες σημαίες του
Να ανεμίζουν στην πρωινή αύρα…
Επινόησα όλες τις γιορτές…
Έζησα όλους τους θριάμβους… Όλα τα δράματα…
Προσπάθησα να δημιουργήσω καινούρια λουλούδια…
Καινούρια άστρα… Καινούρια σώματα… Καινούριες
γλώσσες…
Πίστεψα ότι απέκτησα υπερφυσικές δυνάμεις…
Και λοιπόν;
Πρέπει να θάψω μια για πάντα τη φαντασία μου και τις
αναμνήσεις μου…
Η μεγάλη δόξα του καλλιτέχνη έχει πάει περίπατο…
Θα ζητήσω συγγνώμη που έζησα μες στο ψέμα και φύγαμε…
Ούτε ένα αγαπημένο χέρι…
Ούτε ένα...;
Πουθενά βοήθεια…
Πουθενά...;

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Κώστας Καρυωτάκης - Επρόδωσαν την αρετή...

Επρόδωσαν την αρετή κι ήρθαν οι έσχατοι πρώτοι.
Με χρήμα παίρνεται η καρδιά κι αποτιμάται ο φίλος.
Αν άλλοτε αντιφέγγιζε στο νου, στα μάτια, σ’ ό,τι,
είναι η ζωή πια σκοτεινή κι ανέφικτη σα θρύλος,
είναι πικρία στο χείλος.

Νύχτα βαθιά. Με πνεύμα οργής έσπρωξα το κρεβάτι.
Άνοιξα τις αραχνιασμένες κάμαρες. Καμία
ελπίς. Απ’ το παράθυρο, του τελευταίου διαβάτη
είδα τη σκιά. Κι εφώναξα στριγκά στην ησυχία:
«Δυστυχία!»

Η φρικτή λέξη με φωτιά στον ουρανόν εγράφη.
Δέντρα τη δαχτυλοδειχτούν, αστέρια την κοιτούνε,
επιγραφή την έχουνε τα σπίτια κι είναι τάφοι,
ακόμη θα την άκουσαν οι σκύλοι κι αλυχτούνε.
Οι άνθρωποι δεν ακούνε;